άρθρο του Ανδρέα Γαλανόπουλου, Φ/ού, Προέδρου του ΠΡΟΣΥΦΑΠΕ
Είναι γνωστή η τάση που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια είτε σε χώρες που ισχύουν προγράμματα σταθεροποίησης των οικονομιών τους ή μέσω προσφυγών στην Ευρωπαϊκή επιτροπή και το Δικαστήριο να γίνονται προσπάθειες για την κατάργηση των ρυθμίσεων που διαμορφώνουν τη δραστηριότητα των φαρμακείων. Αυτό έχει ως συνέπεια να καταργούνται διατάξεις που είχαν θεσπιστεί για την εξασφάλιση της πρόσβασης των πολιτών στο φάρμακο και της ποιότητας της παροχής φαρμακευτικής περίθαλψης.
Η θεωρητική αιτιολόγηση και επιχειρηματολογία ήταν πως ο ανταγωνισμός που θα προέκυπτε θα είχε αποτέλεσμα τη βελτίωση των υπηρεσιών, τη μείωση του κόστους και περισσότερες διαθέσιμες επιλογές για τους πολίτες. Όταν έφτασε η στιγμή να ελεγχθεί επιστημονικά, τίποτα από αυτά δεν επιβεβαιώθηκε αλλά τα στοιχεία τεκμηριώνουν πως η απελευθέρωση στην αγορά των φαρμακείων μπορεί να σημαίνει χειρότερο επίπεδο υπηρεσιών για τους πολίτες.
Η μελέτη του Αυστριακού Ινστιτούτου Υγείας, παρατηρητηρίου του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για τις Πολιτικές Φαρμάκου με τίτλο «Impact of pharmacy deregulation and regulation in European countries» (Authors: Sabine Vogler, Danielle Arts, Katharina Sandberger, Gesundheit ÖsterreichGmbH / Geschäftsbereich ÖBIG WHO Collaborating Centre for Pharmaceutical Pricing and Reimbursement Policies) είχε ως στόχο τη σύγκριση της φαρμακευτικής περίθαλψης μεταξύ χωρών στις οποίες υπάρχουν κανόνες και χωρών στις οποίες η δραστηριότητα αυτή γίνεται με τους όρους που επιβάλει η ελεύθερη αγορά.